φθισιατρείο(ν)

φθισιατρείο(ν)
το туберкулёзный санаторий или диспансер

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "φθισιατρείο(ν)" в других словарях:

  • φθισιατρείο — το, Ν [φθισίατρος] θεραπευτήριο φυματικών, σανατόριο …   Dictionary of Greek

  • φθισιατρείο — το θεραπευτήριο των φυματικών, σανατόριο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σανατόριο — το (λ. λατ.), εξοχικό φθισιατρείο, ίδρυμα για φυματικούς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»